γκουρού

γκουρού
(guru). Θρησκευτικός τίτλος που δινόταν αρχικά από τους Ινδούς στα σεβαστά πρόσωπα και που αργότερα σήμαινε κατ’ αντονομασία δάσκαλος. Η λέξη στην κυριολεξία της στα σανσκριτικά σημαίνει σοβαρός. Στη βραχμανική κοινωνία, ο γ. μεταβιβάζει την ιερή γνώση στους νέους που ανήκουν στις τρεις άριες κάστες θέτοντάς τους ικανούς να φορέσουν την ουπαναγιάνα, το ιερατικό κορδόνι. Στις μυστικιστικές αιρέσεις ο γ. είναι η προσωποποίηση του δόγματος της μεταβίβασης και επομένως σεβαστός σαν θεότητα. Η πνευματική υιοθεσία μαθητή από έναν γ. θεωρείται στην άρια Ινδία ισχυρότερη από τον δεσμό του αίματος. Μικρογραφία του 17ου αι. που εικονίζει τον γκουρού Νάνακ, ιδρυτή του σιϊσμού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • σιχ — θρησκευτική αίρεση και πολεμική αδελφότητα της κεντροδυτικής Ινδίας, που ιδρύθηκε, με σκοπό να συμφιλιώσει τον ισλαμισμό και τον ινδουισμό, από το Νάνακ Ντεβ (1949 1538), μαθητή του βισνουιστή Καμπίρ, ο οποίος είχε υποστεί την επίδραση του… …   Dictionary of Greek

  • σιχισμός — ο, Ν μια από τις θρησκείες τής Ινδίας, η οποία ιδρύθηκε στα τέλη τού 15ου αιώνα στο Παντζάμπ από τον γκουρού Νάνακ και συνδυάζει στοιχεία ισλαμισμού και ινδουισμού. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. sikhism < sikh (βλ. σιχ) + ism (βλ. ισμός)] …   Dictionary of Greek

  • τάντρα — Σύνολο ιερών ινδικών κειμένων μυστικισμού και μαγικού χαρακτήρα, που συντάχθηκαν στη σανσκριτική (Τ. = Βιβλία) και στα οποία βασίζεται ο ταντρισμός. Τα Τ. χρονολογούνται από τον 5o αι. μ.Χ., συντάχθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος υπό μορφή διαλόγου …   Dictionary of Greek

  • Γκέιτς, Μπιλ — (William «Bill» Gates,Σιάτλ 1955 –). Αμερικανός ερευνητής τεχνολογίας και επιχειρηματίας. Ο Γ. υπήρξε συνιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Microsoft, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής λογισμικού υπολογιστών. Σε… …   Dictionary of Greek

  • Παντζάμπ — (η Πενταποταμία των αρχαίων). Περιοχή της ινδικής υποηπείρου, που έχει διαιρεθεί από το 1947 μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Η διαίρεση αυτή έγινε με αυστηρά θρησκευτικά κριτήρια· η Ινδία πήρε το ανατολικό τμήμα, που κατοικείται κατά το μεγαλύτερο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”